Έρωτες, ειδύλλια, περιπέτειες, όργια, παλκοσένικο και πριγκιπικά παλάτια, ράμπα και θρόνοι ισχυρών, επιτυχίες, ματαιότητες. Όλα αυτά, στη ζωή ενός και μόνο ανθρώπου, της πρωταγωνίστριας Ζωζώς Νταλμάς.  Με την απόσυρση των τσιγάρων Sante και το τελευταίο… ίχνος της μεγάλης ντίβας μοιάζει να χάνεται. Η ξανθιά καλονή που εικονίζεται στο πακέτο είναι η Ζωζώ Νταλμάς.

Ο έρωτάς της με τον Κεμάλ Ατατούρκ πέρασε στην Ιστορία. Ο έρωτας τους ξεκίνησε με ένα τρόπο σχεδόν κινηματογραφικό. Γνωρίστηκαν σε ένα νυχτερινό μαγαζί που χόρευε η Ζωζώ και πέρασαν τη νύχτα μαζί. Το επόμενο πρωί, ο Κεμάλ είχε αποχωρήσει, αφήνοντας ένα χαρτονόμισμα χιλίων λιρών στο κομοδίνο. Η Ελληνίδα ντίβα το εξέλαβε ως τρομερή προσβολή. Γι’ αυτό και έδωσε μία αποστομωτική απάντηση.

Πάνω στο χαρτονόμισμα ήταν τυπωμένο το πρόσωπο του Κεμάλ. Πήρε λοιπόν ένα ψαλίδι και έκοψε προσεχτικά το κομμάτι που ήταν η εικόνα του. Παράτησε στο κομοδίνο το άχρηστο πλέον χαρτονόμισμα, μαζί με αυτό το σημείωμα: «Από αυτό που μου αφήσατε πήρα μόνο αυτό που μου χρειαζόταν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο».

Ο Κεμάλ φάνηκε να συγκλονίζεται από την κίνηση αυτή. Το βράδυ της έστειλε στο θέατρο λουλούδια κι ένα πανάκριβο κόσμημα. Η Ζωζώ τα γύρισε πίσω. Το άλλο βράδυ τα ίδια, μέχρι που τελικά οι δυο τους ξεκίνησαν ένα δεσμό ο οποίος κράτησε πολλά χρόνια, εως και λίγο πριν από τον θάνατο του Κεμάλ Ατατούρκ.

Οι λεπτομέρειες της περιπετειώδους ζωή της έγιναν γνωστές μέσα από το βιβλίο «Εγώ, η Ζωζώ Νταλμάς» που έγραψε ο Βασίλης Κολοβός, τον οποίο συναντούσε σε ένα καφενεδάκι στην Κυψέλη.

«Έζησα τα πάντα, έκανα τα πάντα, δεν είχα φραγμούς, ήμουν ελεύθερη. Βασιλάκο, έλα να σου δώσω ένα φιλί» του έλεγε «Να διηγηθώ το ρομάντζο της ζωής μου!

Το τέλος της ζωής της τη βρήκε να ζει σε ένα δυάρι, δύο υπόγεια κάτω από τη γη, στην οδό Τρικάλων στους Αμπελόκηπους, όπου της πήγαιναν φαγητό οι γείτονες και κάποιοι άνθρωποι του θεάτρου. Τα ένσημα που είχε μαζέψει δεν ήταν αρκετά για να βγάλει τη σύνταξη. Από την γεμάτη πλούτη ζωή της, δεν είχε κρατήσει απολύτως τίποτα και πέθανε το 1988 μόνη.

«Γλεντώ, πίνω, αγαπώ. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς γλέντι, χωρίς έρωτα. Οι άνθρωποι τυλίγουν τη ζωή με πολλή ετικέτα, τη φορτώνουν με σοβαρότητα. Κι αυτό είναι το δράμα τους. Ο έρωτας και το γλέντι λύνουν από τη ζωή τα δεσμά και της δίνουν έναν τόνο ελαφρότητας που είναι στη φύση της».