Σύμφωνα με την ψυχολογία, στη φυσική ανάπτυξη του «εγώ» όλοι οι άνθρωποι περνούν από ναρκισσιστικά στάδια. Τα παιδιά από τη βρεφική τους ηλικία νομίζουν ότι όλος ο κόσμος τούς ανήκει. Η πρώτη σχέση με τον καθρέφτη διαμορφώνεται από την ηλικία του ενός μήνα και στους τρεις μήνες μπορεί πια να ξεχωρίσει διαφορετικά πρόσωπα.

Τα παιδικά παιχνίδια που ερεθίζουν την αίσθηση της όρασης συνήθως είναι με καθρέφτη και τα μωρά ανταποκρίνονται στην αντανάκλαση της εικόνας τους με διαφορετικούς τρόπους το καθένα.

Αν κρατήσετε το μωρό σας απέναντι από έναν καθρέφτη, μπορεί να του χαμογελάσει, να τον ακουμπήσει ή να προσπαθήσει να γλείψει την αντανάκλασή του. Τα παιδιά αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι αυτό που βλέπουν δεν είναι κάποιο άλλο μωρό, αλλά η δική τους αντανάκλαση στην ηλικία των 15 με 24 μηνών. Οι βρετανοί γιατροί Λιους και Μπρουκς Γκαν, οι οποίοι από το 1979 ερευνούν το θέμα της παιδικής αντίληψης του εαυτού, έκαναν το εξής πείραμα: Έβαλαν κάποιες μητέρες μωρών ηλικίας 15 έως και 24 μηνών να τα κρατήσουν μπροστά στον καθρέφτη.

Μετά από λίγο, οι μητέρες απομάκρυναν τα μωρά από τον καθρέφτη και παρίσταναν ότι τους καθάριζαν το πρόσωπο, ενώ στην πραγματικότητα τους έβαζαν λίγο ρουζ. Μετά, ξαναγύριζαν μπροστά στον καθρέφτη για να διαπιστώσουν αν τα μωρά αντιλαμβάνονταν ότι είχαν ρουζ στο πρόσωπο. Εκείνα κάτω των 15 μηνών δεν είχαν καμιά αντίδραση, όσα όμως είχαν κλείσει τους 24 μήνες προσπαθούσαν να βγάλουν το ρουζ από το πρόσωπό τους.

Είναι γεγονός πως από τους 15 μήνες και μετά τα μωρά αρχίζουν να αναγνωρίζουν την αντανάκλασή τους, κάτι που τους προκαλεί ενθουσιασμό αλλά και περιέργεια. Αρχίζουν να συνειδητοποιούν πώς φαίνονται.

Πριν την ηλικία των τριών ετών, προσπαθούν να συνηθίσουν την ιδέα ότι αυτό που βλέπουν είναι μόνιμο. Μεταξύ τριών και πέντε, το να κοιτάζονται στον καθρέφτη δεν είναι μόνο φυσιολογικό, αλλά και απαραίτητο, μια που τα βοηθάει να σχηματίσουν την πρώτη «καλή» εικόνα για τον εαυτό τους.