Η αϋπνία δεν αυξάνει τα επίπεδα χοληστερόλης, εκτός και κανείς παίρνει συχνά υπνωτικά χάπια. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια νέα επιστημονική έρευνα, με επικεφαλής τον ελληνικής καταγωγής γιατρό δρα Νικόλαο Βοζώρη του Νοσοκομείου «Άγιος Μιχαήλ» του Τορόντο στον Καναδά.
         
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό για θέματα ύπνου “Sleep”, καθησυχάζει όσους πάσχουν από αϋπνία και φοβούνται ότι αυτή αυξάνει τη χοληστερόλη τους και, κατ’ επέκταση, τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Έως τώρα είχαν γίνει λίγες μόνο μελέτες για τη σχέση αϋπνίας και χοληστερόλης και τα ευρήματά τους δεν είχαν δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση – κάτι που φαίνεται πλέον να κάνει η νέα έρευνα.
         
Η μελέτη δείχνει ότι μεταξύ όσων έχουν υψηλά επίπεδα χοληστερόλης, δεν διαφέρει το ποσοστό εκείνων που πάσχουν από αϋπνία, σε σχέση με όσους κοιμούνται κανονικά.
         
Όμως όσοι παίρνουν υπνωτικά, είναι 118% πιθανότερο να έχουν υψηλή «κακή» χοληστερόλη (LDL). Όπως είπε ο Βοζώρης, με δεδομένη τη συνεχή αύξηση της χρήσης υπνωτικών τα τελευταία χρόνια, το ζήτημα αυτό πρέπει να μελετηθεί περαιτέρω, αναλύοντας τις επιπτώσεις κάθε ξεχωριστής κατηγορίας υπνωτικών. Τα χάπια αυτά μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για εθισμό, για υπερδοσολογία, τροχαία, πτώσεις κ.α.
         
Ο ίδιος ερευνητής, σε προηγούμενη μελέτη του το 2014, που είχε δημοσιευθεί στο περιοδικό κλινικής ψυχιατρικής “Journal of Clinical Psychiatry”, είχε διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στην αϋπνία και στην υψηλή αρτηριακή πίεση (υπέρταση).
         
Εξάλλου, μια άλλη επιστημονική έρευνα, με επικεφαλής την ενδοκρινολόγο Ένριν Χάνλον του Πανεπιστημίου του Σικάγο, η οποία δημοσιεύθηκε επίσης στο περιοδικό “Sleep”, επιβεβαίωσε ότι η έλλειψη ύπνου οδηγεί σε κατανάλωση μεγαλύτερης ποσότητας φαγητού (συχνά κακής ποιότητας) και σε αύξηση του βάρους.
         
Η μελέτη δείχνει ότι η έλλειψη ύπνου ανοίγει τη όρεξη κυρίως αργά το απόγευμα και το βράδυ. Από άποψη βιολογικού μηχανισμού, σύμφωνα με τους ερευνητές, η έλλειψη ύπνου τονώνει την αίσθηση ηδονής και απόλαυσης που παίρνει κανείς όταν τρώει – με συνέπεια να θέλει να φάει παραπάνω από το κανονικό.