Η αποφυγή των τροφίμων που περιέχουν γλουτένη αποτελεί μια μόδα της εποχής. Σίγουρα είναι κάτι που συστήνεται για άτομα που πάσχουν από κοιλιοκάκη ή παρουσιάζουν δυσανεξία στη γλουτένη, καθώς μπορούν να ωφεληθούν από την κατανάλωση δίαιτας ελεύθερης γλουτένης ή με χαμηλή περιεκτικότητα σε αυτή.

Βέβαια, όλο και περισσότεροι υγιείς ενήλικες στοχεύουν σε περιορισμό της κατανάλωσης γλουτένης, θεωρώντας πως αυτό μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη. Ωστόσο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας μελέτης, φαίνεται ότι η κατανάλωση δίαιτας με χαμηλή περιεκτικότητα σε γλουτένη μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις για την υγεία, αυξάνοντας την πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη.

Για τους σκοπούς της μελέτης, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ θέλησαν να εξετάσουν την επίδραση της κατανάλωσης γλουτένης σε άτομα που δεν έχουν ιατρικούς λόγους για να την αποκλείσουν από τη διατροφή τους. Ειδικότερα, χρησιμοποίησαν δεδομένα από σχεδόν 200.000 ενήλικες, τους οποίους παρακολούθησαν για διάστημα περίπου 30 ετών.

Συνολικά, τα αποτελέσματα των αναλύσεων έδειξαν πως οι εθελοντές με την υψηλότερη ημερήσια πρόσληψη γλουτένης, η οποία έφτανε τα 12 γραμμάρια, είχαν 13% χαμηλότερη πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη μέσα στο διάστημα των 30 ετών παρακολούθησης, συγκριτικά με όσους κατανάλωναν λιγότερα από 4 γραμμάρια την ημέρα.

Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, οι εθελοντές με τη χαμηλότερη πρόσληψη γλουτένης, κατανάλωναν και λιγότερες φυτικές ίνες από προϊόντα δημητριακών, οι οποίες ασκούν προστατευτική δράση ενάντια στην πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη.

Κλείνοντας, σχολιάζουν πως αν και ο σχεδιασμός της μελέτης δεν επιτρέπει την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων και δεν αποδεικνύει σχέση αιτίας και αποτελέσματος, εν τούτοις ενδεχομένως οι υγιείς ενήλικες να πρέπει να αναθεωρήσουν αναφορικά με την προσπάθεια αποφυγής της γλουτένης.