Ένας από τους πιο γνωστούς ηθοποιούς, έχοντας πρωταγωνιστήσει στο «Νησί», τα «Κλεμμένα Όνειρα», την «Δέκατη Εντολή», την «Στρίγγλα» και σε άλλες πετυχημένες θεατρικές παραστάσεις, κρατώντας όμως χαμηλούς τόνους στην προσωπική του ζωή, δεν κρύβει ότι έχει περάσει δύσκολα στη ζωή του. Βιώνοντας με το χειρότερο τρόπο, το τραγικό δυστύχημα του αδερφού του, που σε συνέντευξή του στο «Λοιπόν» αποκάλυψε ότι έγινε μπροστά στα μάτια του, με τον ίδιο να ευθύνεται για αυτό.

Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;

«Γεννήθηκα στη Μάνη, στο χωριό Λάκκος ή Κατσαφαδιάνικα, όπως ονομάζεται, γιατί σχεδόν όλοι εκεί έχουν το επίθετο Κατσαφάδος. Οι γονείς μου ήταν πολύ φτωχοί. Ο πατέρας μου ασχολιόταν με τα πρόβατα και η μητέρα μου έκανε δώδεκα παιδιά. Εγώ είμαι ο «βενιαμίν» της οικογένειας. Φύγαμε από το χωριό και ήρθαμε στην Αθήνα, στην Άνω Γλυφάδα, όταν σε ηλικία 9 χρονών «έχασα» με τραγικό τρόπο τον κατά δύο χρόνια μεγαλύτερο αδελφό μου, Παναγιώτη, με τον οποίο ήμασταν κολλητοί».

Τι συνέβη με τον αδελφό σου;
«Τον «έχασα» με πάρα πολύ σκληρό και τραγικό τρόπο και με «συμμετοχή» μου εν – αγνοία μου – σ’ αυτό. Είναι ένα γεγονός που έχει σημαδέψει τη ζωή μου. Θεωρώ ότι τα προσωπικά μας δεν πρέπει να τα συζητάμε, αλλά αυτό σ’ το λέω, γιατί για εμένα είναι η «ταυτότητα» μου, είναι ο τρόπος της ζωής μου, είναι το συγκριτικό στοιχείο για όλη την υπόλοιπη ζωή μου. Ήταν Πρωτομαγιά του 1963 και παίζαμε στα χωράφια. Εκεί βρήκα μια χειροβομβίδα. Χωρίς να ξέρω τι ήταν αυτό, του την έδωσα και… πάντα θα θυμάμαι τα μάτια του που με κοιτάξανε για λίγο και μετά…(σ.σ η φωνή του «σπάει» και βουρκώνει)».

Τραγικό και μάλιστα για ένα παιδί 9 χρονών πολύ σκληρό να δει τέτοια εικόνα…

«Αυτό το τραγικό συμβάν που έζησα σε τόσο μικρή ηλικία που δημιούργησε πρόβλημα και για 3 χρόνια δεν μπορούσα να μιλήσω. Ούτε γι’ αυτόν, αλλά γενικότερα, γιατί μιλούσα με χωριάτικη προφορά και γελούσαν τα παιδιά στο σχολείο στην Αθήνα. Όμως τελικά, τα κατάφερα να συνεχίσω κι έφτασα στο σημείο αυτόν τον εφιάλτη που έζησα με τον αδελφό μου να τον «ξορκίζω» μέσα από τη δουλειά μου».

Τι εννοείς;

«Είναι αυτοί οι περίεργοι κύκλοι που κάνει η ζωή… Αυτό το ένιωσα πολύ έντονα όταν έπαιξα τον Αγγελιαφόρο στις «Βάκχες», που περιγράφει πως η Αγαύη τεμάχισε τον Πενθέα στον Κιθαιρώνα: «Κομμάτια.. σκόρπια κομμάτια κείτεται στις μαύρες πέτρες, στους θάμνους, στο δάσος το πυκνό, δυσεύρετος κι αγύρευτος, την άθλια κεφαλή του την περιμάζεψε η μάνα του». Έτσι ακριβώς είχα ζήσει το τραγικό γεγονός της ζωής μου τότε. Και το έφερε η μοίρα να αρθρώνω τον εφιάλτη μπροστά σε χιλιάδες κόσμο παίζοντας κάθε βράδυ σε 52 παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα. Ήταν σα να μου «έλεγε» η μοίρα: «Ξαναμίλα γι’ αυτό μέσα από την τέχνη σου, μπροστά στον κόσμο». Και μάλιστα γι’ αυτόν τον ρόλο ήμουν υποψήφιος για το βραβείο «Κάρολος Κουν». Κι έλεγα: «Γιατί είμαι υποψήφιος; Για τον εφιάλτη μου, για τη ζωή μου; Για ποιο;» Ίσως όμως το ένστικτό μου με οδήγησε στην αρχαία ελληνική τραγωδία για αν λυτρωθώ».