“Τα παιδιά ζωγραφίζουν τους τοίχους”, έλεγε ένα παλιό, χαρούμενο τραγουδάκι. Σίγουρα όμως, δεν παρέπεμπε στους τοίχους του σαλονιού ή του δωματίου του σπιτιού μας!

Κι όμως, αυτή είναι μια από τις πιο αγαπημένες -και συνηθισμένες- “αταξίες” των παιδιών.

Ζωγραφική στους τοίχους, παιχνίδια με τις λάσπες, έφοδοι στα συρτάρια. Μπορεί για εμάς να είναι κοινές “σκανταλιές” για τα μικρά μας όμως αποτελούν ένα ακόμα μέσο για να ανακαλύψουν τον κόσμο.

Γιατί το κάνουν; Πάντως όχι για να μας εκνευρίσουν. Πιστέψτε με, κάτι τέτοιο δεν περνάει καν από το αθώο (ακόμα) μυαλουδάκι τους! Στα μάτια των μικρών επίδοξων Πικάσο μας τόσο ο τοίχος, όσο και οι κουρτίνες ή το χαλί, φαντάζουν σαν ένας μεγάλος καμβάς έτοιμος να δεχτεί τις δημιουργίες τους! Γιατί λοιπόν να περιοριστούν σε μια τόση δα κόλλα χαρτί;

Κι όμως, μέσα από αυτό μαθαίνουν… Μπορεί στα μάτια μας η τεχνική “ζωγραφίζοντας τους τοίχους” να μην είναι και τόσο θελκτική, για τα παιδιά μας όμως είναι. Βλέπετε, η ζωγραφική είναι μια δραστηριότητα η οποία τα βοηθάει να εκφράσουν σκέψεις και συναισθήματα. Να παίξουν με τα χρώματα. Να εξασκήσουν το μυαλό, τα μάτια και τα χέρια τους φτιάχνοντας (στραβοχυμένους) κύκλους, ενώνοντας (τρεμάμενες) γραμμές ή γεμίζοντας (ανισοσκελή) τρίγωνα! Τέλος, μέσω της ζωγραφικής, τα παιδιά καταφέρνουν να μας δείξουν πως βλέπουν τον κόσμο. Το σπίτι μας. Την οικογένειά μας και τον εαυτό τους μέσα σε αυτή. Γιατί λοιπόν να τα σταματήσουμε;

Υπάρχει (μέση) λύση: Όχι, δεν εννοούμε να ζωγραφίσουν τον μισό τοίχο… Μπορούμε όμως να τους παραχωρήσουμε ένα “μέρος” του υπό όρους. Ποιοι είναι αυτοί; Το κομμάτι αυτό θα πρέπει να είναι σκεπασμένο με ένα χαρτί του μέτρου ή με ένα κομμάτι χαρτόνι οντουλέ (και τα δύο μπορούμε να τα προμηθευτούμε από ένα χρωματοπωλείο). Τα ίδια υλικά μπορούμε να τα απλώσουμε και στο πάτωμα, προκειμένου να προστατεύσουμε το χαλί μας από την “έμπνευση της στιγμής”. Μια ακόμα εναλλακτική θα ήταν επίσης να βάψουμε ένα κομμάτι του τοίχου ή της ντουλάπας του παιδικού δωματίου με την ειδική μπογιά του μαυροπίνακα και να στερεώσουμε κάπου εκεί ένα κουτάκι με πολύχρωμες κιμωλίες (το οποίο θα πρέπει να βρίσκεται στο ύψος του παιδιού).

Τι ωραίο φαγάκι…

…και τι κρίμα να καταλήγει παντού εκτός από το στοματάκι! Στα χέρια τους, τη μύτη, ακόμα και τα αυτάκια τους! Τα αγγελούδια μας προτιμούν να χρησιμοποιούν το κουτάλι περισσότερο ως “σφεντόνα” παρά για να βάζουν το φαγητό στο στόμα τους! Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο “πρωτόγονα” όταν το κουταλάκι καταλήγει στο πάτωμα κι αναλαμβάνουν δράση τα χεράκια τους…

Γιατί το κάνουν; Με τρεις λεξούλες; Για να μάθουν! Με περισσότερες από τρεις… Γιατί τόσο το χρώμα, όσο η υφή και η οσμή του φαγητού κινούν την περιέργειά τους. Προκειμένου λοιπόν να λύσουν κάθε απορία τους σπεύδουν να πειραματιστούν με το φαγάκι το οποίο φτάνει να καταλήγει παντού εκτός από εκεί που πρέπει: στο στομάχι τους!

Κι όμως, μέσα από αυτό μαθαίνουν… Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να μάθουν τα παιδιά να ξεχωρίζουν τις διάφορες υφές από το να αγγίζουν τα διάφορα “αντικείμενα”, είτε αυτά είναι στερεά, είτε παχύρευστα ή υγρά! Για να είμαστε ακριβείς, αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να αναπτύξουν όχι μόνο την αφή, αλλά και τη γεύση ή την όσφρησή τους. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο ασυναίσθητα προσπαθούν να πιάσουν οτιδήποτε βρίσκεται στο οπτικό τους πεδίο και να πειραματιστούν με αυτό. Ναι, ακόμα και το λιώσιμο της μπανάνας είναι ένα μικρό πείραμα για εκείνα, αφού μπορούν μόνα τους να διαπιστώσουν πως η μορφή της μπορεί να αλλάξει με λίγο παραπάνω ζούληγμα!

Υπάρχει (μέση) λύση: Προκειμένου να περιορίσουμε λίγο το “χάος”, τοποθετούμε ένα σουπλά στο καρεκλάκι τους, ή αν είναι μεγαλύτερα σε ηλικία, στο τραπέζι ή τον πάγκο της κουζίνας. Προσπαθούμε να τους εξηγήσουμε ότι αυτό το συγκεκριμένο κομμάτι πλαστικού (το σουπλά δηλαδή) είναι ο χώρος των “πειραμάτων” τους. Τα ενθαρρύνουμε να δοκιμάσουν διαφορετικές τροφές προσφέροντάς τους π.χ. διάφορα φρουτάκια, τα οποία μάλιστα φροντίζουμε να τους τα δείχνουμε ολόκληρα και αλεσμένα ή κομμένα.

Όλα κάτω!

Στην ηλικία των 1,5 με 2 ετών τα παιδιά δεν μπορούν να αντιληφθούν την “πραγματική” χρησιμότητα μιας τσάντας, ενός συρταριού ή του τραπεζιού… Γιατί να είναι κάτι πάνω ή μέσα, όταν μπορεί να είναι… κάτω!

Γιατί το κάνουν; Γιατί πολύ απλά τους αρέσει να βλέπουν ότι όταν αφήσουν κάτι, αυτό θα πέσει κάτω… Θα σπάσει, θα ανοίξει και θα κάνει θόρυβο. Όπως επίσης τους αρέσει να μας βλέπουν να αντιδράμε σε αυτή τους την κίνηση, να σκύβουμε, να πιάνουμε αυτό που μόλις έχουν πετάξει, να τους το δίνουμε πάλι πίσω και “φτου κι απ την αρχή”.

Κι όμως, μέσα από αυτό μαθαίνουν… Φυσικά και μαθαίνουν! Αρχίζουν να κατανοούν την έννοια δράσης-αντίδρασης, αιτίας-αποτελέσματος. Όταν πιάνουν κάτι και το πετάνε κάτω, αυτό πέφτει, κάνει θόρυβο, διαλύεται. Μπορεί εμάς κάτι τέτοιο να μας κουράζει, για τα παιδιά όμως αποτελεί ένα άκρως διασκεδαστικό παιχνίδι! Επίσης, αδειάζοντας τα πράγματα από τα συρτάρια και ξαναβάζοντάς τα πάλι μέσα, τα παιδιά μαθαίνουν να ακονίζουν το μυαλό τους προκειμένου να τα χωρέσουν ξανά εκεί ή να τα τοποθετήσουν πάλι πίσω στη θέση που τα βρήκαν (βάζοντας π.χ. το μικρό κουτάκι μέσα σε ένα μεγαλύτερο, αφού διαφορετικά δεν χωράνε). Γίνονται πιο επιδέξια κι αρχίζουν να κατανοούν την έννοια του χώρου και των μεγεθών.

Υπάρχει (μέση) λύση: Τι θα λέγατε αν τους χαρίζαμε ένα από τα συρτάρια μας, το οποίο θα μπορούσαν να φέρνουν άνω-κάτω όποτε θέλουν χωρίς να κινδυνεύουν να κοπούν ή να χτυπήσουν; Π.χ. θα μπορούσαμε να επιλέξουμε ένα από τα τελευταία συρτάρια της κουζίνας μας και να τοποθετήσουμε μέσα σε αυτό μόνο πλαστικά και άθραυστα αντικείμενα, όπως πολύχρωμα κουταλάκια και πιρουνάκια, ποτήρια, πιατάκια και τάπερ. Μια καλή ιδέα θα ήταν μάλιστα να τα έχουμε χωρισμένα ανά χρώμα ή σχήμα (όλα τα κόκκινα μαζί, τα ποτηράκια το ένα μέσα στο άλλο, τα πιατάκια το ένα πάνω στο άλλο και τα τάπερ το ένα μέσα στο άλλο) και να παροτρύνουμε το μικρό μας να κάνει το ίδιο όταν τα βγάζει και θέλει να τα τοποθετήσει και πάλι στη θέση τους.