Οι γονείς γίνονται πολύ συχνά μάρτυρες εντάσεων μεταξύ των παιδιών τους. Συχνά παραμένουν απλοί παρατηρητές μιας φραστικής έντασης, αλλά ανησυχούν ιδιαίτερα όταν η ένταση αυτή κλιμακώνεται και πολλές φορές καταλήγει σε κινήσεις βίας. Το ίδιο συχνές είναι και οι γονεϊκές αμφιβολίες για το ποια στάση είναι η καλύτερη να κρατήσουν και τι ακριβώς θα πρέπει να κάνουν….

Κάθε γονιός αναγνωρίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας κάθε παιδιού του, αναγνωρίζει και στη συνέχεια συμπεριφορές που προκύπτουν σε σχέση με το πώς το παιδί του λειτουργεί μέσα στην μικρή ομάδα της οικογένειας, πως διεκδικεί, πως διαχειρίζεται το συναίσθημά του. Οι λόγοι για τους οποίους δυο αδέλφια μπορούν να τσακωθούν, αφορούν τις περισσότερες φορές ασήμαντες αφορμές για το μυαλό των ενηλίκων.

Πέρα από τους λόγους των παιδιών, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υποψιαστούμε έστω, πως αυτοί είναι υποκινούμενοι σε πολύ μεγάλο βαθμό από το συναίσθημά τους σε σχέση με τους γονείς, από τον τρόπο που θέλουν να ξεχωρίσουν στα μάτια τους, από την προσοχή που διεκδικούν έναντι του αδελφού ή της αδελφής κ.α. Δεν είναι λοιπόν μόνο ένας λόγος ή μια αφορμή αλλά βασικά και πριν απ’ όλα είναι το κίνητρο.

Το να βρίσκεται ένας ενήλικος στην αμήχανη θέση του παρατηρητή ενός παιδικού καβγά, δεν είναι σίγουρα το πιο βολικό. Να είστε ωστόσο σίγουροι πως αν εμείς δεν είχαμε την θέση του παρατηρητή, δηλαδή τη θέση του υπαρκτού αποδέκτη του γεγονότος, ελάχιστοι καβγάδες μεταξύ τους στην πραγματικότητα θα συνέβαιναν….

Πολύ πριν υπάρξει πραγματικός λόγος του ενός αδελφού προς τον άλλον για την μεταξύ τους σχέση, αλλά και μετά ακόμα απ’ αυτόν, το «μήλο της Έριδος» είναι οι γονείς.

Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε κατά τη διάρκεια ενός αδελφικού καβγά είναι να μη συμμετάσχουμε καθόλου σ’ αυτόν. Αργά ή γρήγορα θα διαπιστώσουμε ότι τα ίδια τα παιδιά θα ζητήσουν την συνδρομή μας, προκειμένου να επιβεβαιώσουμε το δίκιο του ενός ή του άλλου. Αυτό από μόνο του αποδεικνύει, πως η δική μας θέση ήταν το αρχικό ζητούμενο και αν το καλοσκεφτούμε μας υποδεικνύει από μόνο του τη σωστή στάση που πρέπει να κρατήσουμε.

Στόχος δικός μας για τη σχέση που θα αναπτύξουν μεταξύ τους τα αδέλφια, είναι ακριβώς αυτή η δημιουργία σχέσης. Αυτή για να αναπτυχθεί δεν μπορεί να γίνει με μεσάζοντες και παρεμβάσεις. Αυτό σημαίνει ότι για να αποκτήσουν τα αδέλφια μεταξύ τους δεσμό θα πρέπει να παραμένουμε δίπλα τους, ενισχύοντας τα προς αυτήν την κατεύθυνση και όχι ανάμεσά τους, γιατί έτσι ουσιαστικά τα απομακρύνουμε.

Δεν υπάρχει ανθρώπινη σχέση χωρίς διχογνωμία, χωρίς διαφορετικότητα, χωρίς ένταση, χωρίς καβγά. Το ζητούμενο είναι να δώσουμε στα παιδιά μας τη γνώση να διαχειρίζονται το συναίσθημά τους, να τους κάνουμε γνωστά τα όρια μέσα στα οποία μπορούν να κινηθούν, δηλαδή τους επιτρεπτούς και μη τρόπους έκφρασης. Δεν θα πρέπει να είναι στόχος δικός μας η μη ύπαρξη εντάσεων, γιατί αυτό είναι πέρα από τα μέτρα του φυσιολογικού, αλλά σαφώς η σωστή διαχείριση της έντασης αυτής.

Με δυο λόγια δεν παρεμβαίνουμε σε μια λεκτική διαμάχη, αλλά διορθώνουμε τυχόν παρεκτροπές της και δεν παίρνουμε μέρος σε έναν περισσότερο έντονο καβγά παρά μόνο συντονίζουμε, όταν χρειαστεί, σε σχέση με τα επιτρεπτά όρια. Η δική μας παρέμβαση θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις όπου τα όρια έχουν χαθεί και διακυβεύεται η υγεία ή η ασφάλεια των παιδιών και τότε θα πρέπει να είναι καταλυτική και δίκαια απέναντι και στα δυο παιδιά.

Είναι χρήσιμο να δούμε τις εντάσεις στην μεταξύ τους σχέση σαν τρόπο εκτόνωσης και αποφόρτισης, αλλά και να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα μηνύματα που προσπαθούν να περάσουν σε εμάς. Δεν αδιαφορούμε, δεν είμαστε απόντες, απλώς ρυθμιστές της κατάστασης που σίγουρα κάτι έχει να μας πει και που θα πρέπει μετά την «κρίση» να αναλάβουμε και πάλι δράση.