Η μυκητιασική λοίμωξη προκαλείται από την υπερβολική ανάπτυξη ενός μύκητα, γνωστού ως Candida, ο οποίος ζει μέσα στο σώμα χωρίς -τις περισσότερες φορές- να δημιουργεί προβλήματα. Εκτιμάται, μάλιστα, ότι οι κολπικές μυκητιάσεις είναι οι δεύτερες πιο συχνές κολπικές λοιμώξεις μετά τις βακτηριακές κολπίτιδες.

Τα συμπτώματα μιας κολπικής μυκητίασης περιλαμβάνουν κολπικό πόνο ή ευαισθησία, πόνο κατά την ούρηση, αίσθημα κνησμού ή καύσου, πόνο κατά τη διάρκεια του σεξ, καθώς και μια λευκή παχύρευστη κολπική έκκριση.
Ενώ είναι πιθανό για ένα άτομο με μυκητίαση να κάνει σεξ, οι περισσότεροι ιατροί συστήνουν τη σεξουαλική αποχή μέχρι η λοίμωξη να υποχωρήσει πλήρως. Επίσης, ακριβώς επειδή τα συμπτώματα προκαλούν δυσφορία, τα άτομα που υποφέρουν από μυκητιασική λοίμωξη συνήθως επιλέγουν τη σεξουαλική αποχή, έτσι ώστε να περιορίσουν τον πόνο και τον κνησμό.

Εκτός από τον πόνο και τη δυσφορία που μπορεί να προκαλέσει το σεξ, εάν η λοίμωξη δεν έχει πλήρως υποχωρήσει, αυξάνει επίσης τον κίνδυνο μεγαλύτερης διάρκειας ή υποτροπής των συμπτωμάτων, καθώς και τον κίνδυνο μετάδοσης της λοίμωξης στον σύντροφο.
Σε γενικές γραμμές, ο κίνδυνος μετάδοσης της μυκητιασικής λοίμωξης μέσω της σεξουαλικής επαφής είναι μικρός. Υπάρχουν κάποια δεδομένα που υποστηρίζουν την πιθανότητα μετάδοσης της κολπικής μυκητίασης μέσω της σεξουαλικής επαφής μεταξύ γυναικών.
Αν και οι μυκητιάσεις στους άνδρες είναι σπάνιες, υπάρχει μια μικρή πιθανότητα ο άνδρας να προσβληθεί από μυκητιασική λοίμωξη εάν έχει σεξουαλική επαφή με άτομο που υποφέρει από αυτή. Παρόλο που η μυκητιασική λοίμωξη δεν θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, η χρήση προφυλακτικού μπορεί να μειώσει ακόμα περισσότερο την πιθανότητα μετάδοσης. Ταυτόχρονα, οι άνδρες που δεν έχουν υποβληθεί σε περιτομή είναι πιο ευάλωτοι στην ανάπτυξη μιας μυκητιασικής λοίμωξης.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η σεξουαλική επαφή κατά τη διάρκεια της αγωγής κατά της μυκητίασης μπορεί να επιβραδύνει τη θεραπευτική διαδικασία. Επίσης, εάν ο σύντροφος ενός ατόμου αναπτύξει μυκητιασική λοίμωξη, είναι πιθανό από ένα σημείο και μετά αυτή να μεταδίδεται από τον έναν στον άλλον. Καλό είναι, λοιπόν, να αποφεύγεται η σεξουαλική επαφή μέχρι να υποχωρήσουν τελείως όλα τα συμπτώματα. Συνήθως οι μυκητιάσεις υποχωρούν πλήρως γρήγορα μετά την έναρξη της θεραπείας.
Συνήθως μια αποτελεσματική αγωγή για την αντιμετώπιση της μυκητίασης έχει διάρκεια επτά ημερών.
Συνήθως η κολπική μυκητίαση προκαλείται από τη διατάραξη της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου. Κάποιες συχνές αιτίες που οδηγούν σε αυτήν τη διατάραξη είναι ο μη ρυθμισμένος διαβήτης, η ανοσοκαταστολή, κάποια ορμονική διαταραχή, το στρες, η εγκυμοσύνη, η υπερβολική κατανάλωση σακχάρων, καθώς και η λήψη αντιβιοτικών.
Οι περισσότερες μυκητιάσεις είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν με προϊόντα που μπορεί κάποιος να προμηθευτεί από το φαρμακείο χωρίς συνταγή, εάν όμως ένα άτομο εμφανίζει συνεχώς υποτροπές ή εάν οι θεραπείες που λαμβάνει δεν είναι αποτελεσματικές, τότε θα πρέπει να απευθυνθεί σε ιατρό. Καλό είναι επίσης να επισκεφτεί ιατρό το άτομο που εμφανίζει μυκητίαση για πρώτη φορά, ώστε να γίνει η σωστή διάγνωση και να δοθεί η κατάλληλη θεραπευτική καθοδήγηση.
Τέλος, θα πρέπει να αναζητηθεί ιατρική βοήθεια, εάν το άτομο:

• έχει τέσσερις ή περισσότερες μυκητιάσεις μέσα σε έναν χρόνο
• είναι έγκυος
• έχει σοβαρά συμπτώματα

• βρίσκεται σε ανοσοκαταστολή.

Μόλις η θεραπεία ολοκληρωθεί και τα συμπτώματα υποχωρήσουν, το άτομο μπορεί και πάλι να επιστρέψει στη φυσιολογική σεξουαλική του δραστηριότητα.

Πηγή: zougla.gr