Οι σεξουαλικές παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών περιλαμβάνουν τη μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, τη στυτική δυσλειτουργία, τη μειωμένη διέγερση, τα προβλήματα που σχετίζονται με τον οργασμό, την καθυστερημένη εκσπερμάτιση και τη δυσπαρευνία. Η παρενέργεια που έχουν μάλιστα τα αντικαταθλιπτικά αυτά στην εκσπερμάτιση είναι ο λόγος για τον οποίο συνταγογραφούνται για την αντιμετώπιση της πρόωρης εκσπερμάτισης.
Σύμφωνα όμως με μια νέα μελέτη, η διακοπή των SSRIs και SNRIs μπορεί να μην είναι αρκετή για την αποκατάσταση της σεξουαλικής λειτουργίας. Στη μελέτη συμμετείχαν 183 άτομα που ανέφεραν συμπτώματα σεξουαλικής δυσλειτουργίας που σχετίζονταν με τη λήψη αντικαταθλιπτικής αγωγής με SSRIs και SNRIs. Οι 23 από αυτούς τους ασθενείς, το 12,6% δηλαδή, βρέθηκε ότι εμφάνιζαν σεξουαλική δυσλειτουργία που επέμενε μετά τη διακοπή της αντικαταθλιπτικής αγωγής. Οι ερευνητές επίσης απέκλεισαν την επίδραση άλλων παραγόντων, όπως είναι τα προβλήματα υγείας, η ηλικία, η λήψη άλλης φαρμακευτικής αγωγής, η χρήση ουσιών, το άγχος και η κατάθλιψη.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να προκληθεί όχι μόνο από το άγχος και την κατάθλιψη αλλά και από την αντικαταθλιπτική αγωγή που χορηγείται για την αντιμετώπισή τους. Επιπρόσθετα, η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να επιμείνει μετά τη διακοπή της αντικαταθλιπτικής αγωγής. Στην περίπτωση που η αγωγή προκαλεί σεξουαλική δυσλειτουργία τόσο κατά τη διάρκεια της λήψης της όσο και μετά τη διακοπή της, αυτό μπορεί να προκαλέσει την υποτροπή του άγχους ή της κατάθλιψης.