Η συχνή προπόνηση μέτριας έντασης μπορεί να βελτιώσει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και αυτό το όφελος είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε ευπαθείς πληθυσμούς όπως οι ηλικιωμένοι ή τα άτομα με χρόνιο στρες.

Ωστόσο μία προπόνηση πολύ έντονης άσκησης, καταστέλλει την λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος για 24 ώρες. Εάν η έντονη άσκηση επαναλαμβάνεται τακτικά, η μείωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού μπορεί να έχει μεγαλύτερη διάρκεια.

Η παρατεταμένη και έντονη άσκηση προκαλεί ανοσοκαταστολή, ενώ η μέτριας έντασης άσκηση βελτιώνει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και δυνητικά μειώνει τον κίνδυνο και τη σοβαρότητα των αναπνευστικών ιογενών λοιμώξεων.

Τι πρέπει να προσέξουμε;

  • Αποφύγετε την άσκηση εάν έχετε πυρετό και συμπτώματα κάτω από τον λαιμό όπως π.χ. μυϊκός πόνος ή δυσφορία στο στήθος
  • Μειώστε την ένταση και τη διάρκεια.
  • Θα πρέπει να περιμένετε για να συνεχίσετε την έντονη προπόνηση μέχρι και μερικές ημέρες μετά την επίλυση της λοίμωξης του ανώτερου αναπνευστικού
  • Εάν μια ιογενής λοίμωξη έχει συμπτώματα σε όλο το σώμα (π.χ. πυρετός, μυϊκοί πόνοι, συμφόρηση στο στήθος) η άσκηση αντενδείκνυται.

Ορισμένοι ιοί έχουν την τάση να εισβάλλουν στον καρδιακό μυ και να αυξάνουν τις καρδιακές επιπλοκές ακόμη και σε υγιή άτομα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις έχει αποδειχτεί πως αυξάνουν τον κίνδυνο και άλλων σοβαρών ασθενειών όπως η μηνιγγίτιδα και η ραβδομυόλυση, μια σπάνια αλλά σοβαρή ιατρική διαταραχή που μπορεί να προκύψει από την υπερβολική άσκηση

Σε περίπτωση που έχετε συμπτώματα που εστιάζονται πάνω από τον λαιμό, όπως συνάχι, πονόλαιμο ή καταρροή, μπορείτε να ασκηθείτε σε μέτρια ένταση, ενώ θα πρέπει να αποφύγετε την άσκηση μεγάλης έντασης μέχρι και 2 ημέρες μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων.

Αν τα συμπτώματα είναι πιο γενικευμένα και κυρίως εστιάζονται κάτω από τον λαιμό, όπως πόνους στους μυς, πυρετό, βήχα ή δυσκολία στην αναπνοή, τότε για άσκηση μέτριας έντασης θα πρέπει να περιμένετε μέχρι να απαλλαγείτε από τα συμπτώματα, ενώ για άσκηση μεγάλης έντασης θα πρέπει να περάσουν 2-4 εβδομάδες μετά το τέλος των συμπτωμάτων.