Οι γυναίκες βιώνουν πιο έντονα τους καβγάδες

Σύµφωνα µε πρόσφατη µελέτη του Πανεπιστηµίου της Γρανάδα της Ισπανίας, οι καβγάδες ανάµεσα στα ζευγάρια φαίνεται πως επηρεάζουν περισσότερο τις γυναίκες. Η αιτία φαίνεται πως βρίσκεται στη διαφορετικότητα των συναισθηµάτων των δύο φύλων, η οποία εξαρτάται άµεσα τόσο από το κοινωνικοπολιτισµικό πλαίσιο στο οποίο ανατρεφόµαστε όσο και από τους αιώνιους ρόλους που µαθαίνουµε να υπηρετούµε ανάλογα µε το φύλο µας. Έτσι οι γυναίκες, αν και έχουν πιο έντονα συναισθήµατα γενικότερα, σε φορτισµένες καταστάσεις όπως ένας τσακωµός τείνουν να φέρονται πιο υποτακτικά απέναντι στον σύντροφό τους νιώθοντας ενοχές, θλίψη ή φόβο.

Το “ισχυρό” φύλο, αντιθέτως, φαίνεται πως κυριεύεται από πιο ισχυρά αισθήµατα όπως οργή, θυµό ή περιφρόνηση, στα οποία τις περισσότερες φορές µάλιστα φαίνεται ότι οφείλονται και οι καβγάδες.

Σβήσε το φως να κάνουµε σεξ!

Μία στις δύο γυναίκες αισθάνεται τόσο άσχηµα για τα κιλά της ώστε να αποφεύγει το σεξ µε τον σύντροφό της, ενώ µία στις δέκα κάνει σεξ µόνο αν τα φώτα είναι σβηστά, σύµφωνα µε µια νέα δηµοσκόπηση που πραγµατοποιήθηκε στη Βρετανία µεταξύ 4.000 εθελοντών. Η δρ Κάθριν Χουντ, λέκτορας Ψυχοσεξουαλικής Υγείας στο Πανεπιστήµιο της Οξφόρδης, εξήγησε πως οι περισσότερες νέες γυναίκες “ζουν υπό καθεστώς ασφυκτικής πίεσης για να ανταποκριθούν σε ένα µοντέλο τελειότητας -το οποίο µάλιστα δεν είναι ρεαλιστικό- και αυτό µοιραία πλήττει την αυτοεκτίµηση και την αυτοπεποίθησή τους”.

Οι άντρες λένε ψέματα πιο συχνά

Και όχι µόνο αυτό αλλά αισθάνονται και λιγότερες ενοχές γι αυτά, όπως επισηµαίνει έρευνα που πραγµατοποιήθηκε για λογαριασµό του Μουσείου Επιστήµης του Λονδίνου. Σύµφωνα µε τη δηµοσκόπηση στην οποία συµµετείχαν 3.000 εθελοντές άνω των 18 ετών, οι άντρες φαίνεται πως λένε καθηµερινά κατά µέσο όρο 3 ψέµατα, ενώ οι γυναίκες λιγότερα από 2 την ηµέρα. Ωστόσο το 55% των αντρών θεωρούν τις γυναίκες καλύτερες στο συγκεκριµένο “άθληµα”, καθώς οι ίδιοι γίνονται συχνότερα αντιληπτοί όταν ψεύδονται! Παρ όλα αυτά, το 84% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι υπάρχουν αποδεκτά ψέµατα, µε το 75% να πιστεύει ότι είναι θεµιτό να λένε ψέµατα στην καθηµερινότητά τους προκειµένου να µην πληγώσουν τα αισθήµατα των άλλων.

Στα 3 χρόνια αρχίζει να φθείρεται η σχέση

Περίπου στα τρία χρόνια αρχίζουµε να θεωρούµε τον σύντροφό µας δεδοµένο, µε αποτέλεσµα να παραµελούµε τον εαυτό µας και τη σχέση µας, σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα που πραγµατοποιήθηκε στη Βρετανία. Στη δηµοσκόπηση συµµετείχαν 2.000 εθελοντές που είχαν σταθερή σχέση τουλάχιστον 3 ετών και οι ερευνητές αποδίδουν τα αποτελέσµατά της στο σύγχρονο τρόπο ζωής. Βασικοί παράγοντες που “σκοτώνουν” τον έρωτα και κλονίζουν τη σχέση φαίνεται πως είναι η πολλή δουλειά, το άγχος για τα οικονοµικά ζητήµατα, η αύξηση του σωµατικού βάρους, η παραµέληση της εµφάνισης και η κακή σωµατική υγιεινή, η διακοπή ή η αδιαφορία για το σεξ, η έλλειψη εκπλήξεων και φιλοφρονήσεων και η µείωση των ωρών που περνάµε µαζί µε τον σύντροφό µας.

Παίρνουν αντικαταθλιπτικά χωρίς λόγο

Σύµφωνα µε το Εθνικό Ινστιτούτο Πνευµατικής Υγείας, περίπου 15 εκατοµµύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ υποφέρουν από βαριά κατάθλιψη και 4 εκατοµµύρια εµφανίζουν αγχώδη διαταραχή. Παρ όλα αυτά, σύµφωνα µε έρευνα που πραγµατοποιήθηκε στο Πανεπιστήµιο Μανιτόµπα του Καναδά, τουλάχιστον το 1/4 όσων Αµερικανών παίρνουν αντικαταθλιπτικά δεν τα χρειάζονται, καθώς δεν έχουν διαγνωστεί µε κάποια ψυχική ασθένεια που να χρειάζεται φαρµακευτική αγωγή, µε αποτέλεσµα εκατοµµύρια άτοµα να εκτίθενται στις παρενέργειές τους χωρίς να έχουν αποδεδειγµένα οφέλη.

Καλύτερα άνεργοι παρά δυστυχείς!

Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει µια νέα µελέτη από την Αυστραλία, που δείχνει πως η ποιότητα της εργασίας µας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της ψυχικής µας υγείας. Το κλασικό ρητό “δουλειά να ναι κι ό,τι να ναι” φαίνεται πως δεν ευσταθεί, καθώς το να έχει κανείς µια κακή, περιορισµένης διάρκειας ή χαµηλά αµειβόµενη δουλειά µπορεί να βλάψει την ψυχική του υγεία περισσότερο απ ό,τι η ανεργία.

Μάλιστα, σύµφωνα µε τους ερευνητές, όσοι άνεργοι βρίσκουν δουλειά µε πολλά ποιοτικά χαρακτηριστικά φαίνεται πως βελτιώνουν αισθητά την ψυχική τους υγεία σε αντίθεση µε τους ανέργους που βρίσκουν µια δουλειά χαµηλής ποιότητας µε αποτέλεσµα µακροχρόνια να επιδεινώνουν περισσότερο την ψυχική τους κατάσταση.