Θέλετε να πείτε κάπου τα βάσανά σας; Τότε βρείτε μια γυναίκα ηλικίας 44 έως 63 ετών, διότι κανένας άλλος – άντρας ή γυναίκα – δεν έχει τόση συμπόνια όση οι γυναίκες αυτής της γενιάς, σύμφωνα με μία νέα, μεγάλη μελέτη.

Όπως έδειξε, οι γυναίκες που έχουν γεννηθεί τις δεκαετίες του ’50 και του ‘60 ακούν περισσότερο τα προβλήματα των ανθρώπων και αντιδρούν καλύτερα στις ανάγκες τους, επιδεικνύοντας συμπόνια, νοιάξιμο και ενσυναίσθηση.

Σε γενικές γραμμές οι γυναίκες θεωρούνται καλύτερες ακροάτριες από τους άνδρες. Οι γυναίκες ηλικίας 44-63 ετών, όμως, αναδεικνύονται ως οι βέλτιστες ακροάτριες απ’ όλες, γεγονός που οφείλεται τόσο το στάδιο της ζωής στο οποίο τώρα βρίσκονται όσο και στην περίοδο κατά την οποία γεννήθηκαν.

Οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια του Μίσιγκαν και της Βορείου Καρολίνας που πραγματοποίησαν τη μελέτη, υποστηρίζουν ότι οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 μπορεί να άνοιξαν τα μάτια αυτών των γυναικών στους αγώνες και τα προβλήματα των άλλων, για θέματα που κυμαίνονταν από το απαρτχάιντ και τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων έως τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις.

Όπως γράφουν στην επιθεώρηση «Journals of Gerontology: Psychological and Social Sciences», όσες γεννήθηκαν πριν το ‘50 είναι πιθανότερο να είναι πιο κυνικές, διότι οι συναισθηματικές λειτουργίες «σκληραίνουν» με την ηλικία.

Επιπλέον, οι γηραιότερες γυναίκες μεγάλωσαν στην σκληρή πολεμική ή μεταπολεμική εποχή, οπότε τα δεινά που οι ίδιες έζησαν μπορεί να επηρέασαν τη στάση τους απέναντι στα φαινομενικώς ηπιότερα προβλήματα των άλλων.

Οι δε νεώτερες γενιές μεγάλωσαν σε πιο υλιστικές εποχές, προσθέτουν. Και αυτό μπορεί να τις έκανε να περιχαρακωθούν τόσο πολύ στον εαυτό τους και στα δικά τους προβλήματα, ώστε τους είναι πιο δύσκολο να ασχοληθούν με τα προβλήματα των άλλων.

Αντιθέτως, εκείνες που γεννήθηκαν τις δεκαετίες ’50 και ’60, μεγάλωσαν σε πολύ πιο φωτεινές για το πνεύμα εποχές, στις οποίες επικρατούσε η ενσυναίσθηση του κόσμου που μας περιβάλλει.

Τα συμπεράσματα αυτά προέρχονται από τρεις παναμερικανικές μελέτες στις οποίες 75.000 ενήλικες όλων των ηλικιών απάντησαν για τον τρόπο ζωής τους, τις απόψεις τους και διάφορες παραμέτρους της καθημερινότητάς τους.

Όπως έδειξε, στη διάρκεια της ζωής μας τα επίπεδα της συμπόνιας δεν είναι σταθερά: αρχίζουν και τελειώνουν όντας χαμηλά, αλλά κορυφώνονται στην μέση ηλικία – ιδίως στις γυναίκες που σήμερα είναι 44 έως 63 ετών.

«Σε γενικές γραμμές, αυτή η ηλικιακή ομάδα επεδείκνυε την μεγαλύτερη ενσυναίσθηση απ’ όλες», δήλωσε η ερευνήτρια Σάρα Κόνραθ, επίκουρη καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Μίσιγκαν.

«Ανακαλύψαμε πως οι γυναίκες αυτών των ηλικιών είναι πιθανότερο να αντιδρούν συναισθηματικά στις εμπειρίες των άλλων, καθώς και να προσπαθούν να καταλάβουν τις καταστάσεις από την πλευρά των άλλων».

Όσες είχαν γεννηθεί τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 – αυτές ήταν οι μεσήλικες στην μελέτη μας – μεγάλωσαν εν μέσω ιστορικών κοινωνικών κινημάτων για θέματα από τα πολιτικά δικαιώματα έως τον αγώνα για παγκόσμια ειρήνη.

“Ίσως λοιπόν οι σημερινές μεσήλικες να έχουν μεγαλύτερη ενσυναίσθηση διότι έζησαν σημαντικές κοινωνικές αλλαγές οι οποίες έδιναν βάρος στα συναισθήματα και τις προοπτικές άλλων ομάδων.”