Φινλανδική επιστημονική έρευνα προβάλλει την υγιεινή διάσταση της σκανδιναβικής διατροφής, της «Δίαιτας Νόμα», η οποία είναι επωφελής για την καρδιαγγειακή υγεία, αν και σε μικρότερο βαθμό από τη μεσογειακή δίαιτα.

Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Internal Medicine, η σκανδιναβική διατροφή, που είναι πλούσια σε πουλερικά, ψάρια και καρπούς, μπορεί να μειώσει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Οι ερευνητές υποστηρίζουν μάλιστα ότι μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική λύση της μεσογειακής διατροφής.
Η μεσογειακή διατροφή, που βασίζεται στο ελαιόλαδο, τα φρούτα, τα λαχανικά και τα ψάρια, εδώ και χρόνια έχει κατ’ επανάληψη χαρακτηριστεί από αλλεπάλληλες επιστημονικές έρευνες ως η ιδανική για την προστασία της καρδιάς και γενικότερα των αγγείων, προστατεύοντας από την αθηροσκλήρωση.

Η νέα έρευνα βασίστηκε σε ένα μικρό δείγμα 166 παχύσαρκων ατόμων από διάφορες σκανδιναβικές χώρες, που έτρωγαν είτε ελεύθερα, είτε με βάση τη «Δίαιτα Νόμα». Και οι δύο ομάδες εθελοντών κατανάλωναν ίδιο αριθμό θερμίδων καθημερινά, αλλά η ομάδα της «Δίαιτας Νόμα» έτρωγε περισσότερους καρπούς (όπως φραγκοστάφυλα ή μύρτιλλα), περισσότερα ψάρια (τρεις φορές την εβδομάδα), περισσότερα τοπικά λαχανικά, μόνο δημητριακά ολικής άλεσης και λίγα λιπαρά (βούτυρο κ.α.).

Μετά από έξι μήνες, η ομάδα που ακολουθούσε τη «Δίαιτα Νόμα» εμφάνισε κατά μέσο όρο μείωση 4% στο επίπεδο της LDL («κακής») χοληστερόλης, καθώς και αύξηση στην HDL («καλή») χοληστερόλη. Συγκριτικά όμως, η μεσογειακή δίαιτα έχει αποδειχτεί ότι μπορεί να ρίξει την χοληστερόλη περισσότερο, κατά 6% έως 9%. Η σκανδιναβική δίαιτα εμφανίστηκε να μειώνει και το επίπεδο των χημικών ουσιών στον οργανισμό, που προκαλούν χρόνια φλεγμονή.

Ο Δρ Ουουσιτούπα χαρακτήρισε τα ευρήματα «ενθαρρυντικά από την άποψη της δημόσιας υγείας, καθώς ακόμα και μικρές μειώσεις στην ‘κακή’ χοληστερόλη μπορούν να έχουν σημαντική επίπτωση στην καρδιαγγειακή θνησιμότητα».

Ο ερευνητής εκτιμά ότι αν κανείς ακολουθήσει τη «Δίαιτα Νόμα» για πέντε έως δέκα χρόνια, μπορεί να μειώσει την πιθανότητα πρόωρου καρδιαγγειακού θανάτου κατά 10% έως 15% και τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου ΙΙ κατά 20% έως 40%. Οι ισχυρισμοί αυτοί θα πρέπει όμως να επιβεβαιωθούν και από άλλες έρευνες.