Το παθητικό κάπνισμα, ακόμη και σε περιορισμένο βαθμό, συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής (σοβαρή διαταραχή του καρδιακού ρυθμού), σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στην επιστημονική συνάντηση της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας.

Η κολπική μαρμαρυγή είναι η πιο συχνή διαταραχή του καρδιακού ρυθμού παγκοσμίως, ενώ εκτιμάται ότι 1 στους 3 Ευρωπαίους θα την εμφανίσει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Τα άτομα με κολπική μαρμαρυγή έχουν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν εγκεφαλικό επεισόδιο από ό,τι οι υγιείς άνθρωποι.

Η ανάλυση περιελάμβανε 400.493 ενήλικες ηλικίας 40-69 ετών που έκαναν χρήση της Εθνικής Υπηρεσίας Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου για οποιονδήποτε λόγο και ήταν εγγεγραμμένοι στη UK Biobank. Εξαιρέθηκαν οι καπνιστές και όσοι είχαν ήδη κολπική μαρμαρυγή.

Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν σχετικά με τον αριθμό των ωρών που εκτέθηκαν στον καπνό άλλων ανθρώπων στο σπίτι τους ή σε άλλα περιβάλλοντα κατά τη διάρκεια μιας τυπικής εβδομάδας κατά το προηγούμενο έτος. Το 21% των συμμετεχόντων είχε εκτεθεί σε παθητικό κάπνισμα τον τελευταίο χρόνο, με μέσο όρο έκθεσης 2,2 ώρες την εβδομάδα. Κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης 12,5 ετών, το 6% των συμμετεχόντων εμφάνισε κολπική μαρμαρυγή.

Οι ερευνητές ανέλυσαν τη συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης στο παθητικό κάπνισμα και της εμφάνισης κολπικής μαρμαρυγής μετά από προσαρμογή για παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αυτή τη συσχέτιση, όπως η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, ο δείκτης μάζας σώματος, η καθημερινή κατανάλωση αλκοόλ, η σωματική δραστηριότητα, ο διαβήτης, η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση.

Διαπιστώθηκε ότι ο κίνδυνος κολπικής μαρμαρυγής ήταν 6% υψηλότερος στην ομάδα που εκτέθηκε στο παθητικό κάπνισμα από ό,τι στην ομάδα που δεν εκτέθηκε. Ο κίνδυνος αυξήθηκε στο σπίτι, στην εργασία και σε εξωτερικούς χώρους. Ο κίνδυνος κολπικής μαρμαρυγής αυξανόταν περαιτέρω με κάθε ώρα παθητικού καπνίσματος ανά εβδομάδα. Για παράδειγμα, το παθητικό κάπνισμα για 7,8 ώρες την εβδομάδα σχετιζόταν με 11% υψηλότερη πιθανότητα εμφάνισης διαταραχών του καρδιακού ρυθμού σε σύγκριση με την ομάδα που δεν κάπνιζε παθητικά.